Στο μυαλό ενός κακοποιημένου παιδιού.
Δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα πιο ανατριχιαστικό στο Σύμπαν από την κακοποίηση ενός παιδιού από τους ίδιους τους γονείς του.
Το ότι ένα πλασματάκι πρέπει να βρεθεί σε μια εντελώς αδύναμη και ασθενική κατάσταση και να κακοποιηθεί από εκείνους που το έφεραν στον κόσμο και από τους οποίους περιμένει προστασία και εκπαίδευση δεν το χωρά ο ανθρώπινος νους!
Το πώς ένα παιδί συνήθως ανταποκρίνεται στην κακοποίηση, πώς δηλαδή ερμηνεύει αυτό που του συνέβη, χρειάζεται στην ενήλικη ζωή του πια και σχετικά ώριμος , να το αναζητήσει μέσω ψυχαναλυτικής θεραπείας.
Ο Σκωτσέζος ψυχαναλυτής του 20ου αιώνα Ρόναλντ Φέρμπερν , στα τέλη της δεκαετίας του 1930 ήρθε σε επαφή με πολλά παιδιά που είχαν υποστεί εξαιρετικά άσχημη μεταχείριση στα σπίτια της οικογένειάς τους.
Αυτό που ανακάλυψε - και αυτό που τον εντυπωσίασε βαθιά - ήταν το πόσο πολύ άντεχαν αυτά τα παιδιά την κακοποίηση των γονιών τους. Κάποια είχαν υποστεί φρικτό χλευασμό, άλλα ξυλοκοπήθηκαν άσχημα, άλλα κακοποιήθηκαν σεξουαλικά.
Θα περίμενε κανείς ότι τα παιδιά, στην ασφάλεια του ιατρείου, θα εξέφραζαν σοβαρούς φόβους και οργή εναντίον εκείνων που τους είχαν φερθεί τόσο άδικα
Αλλά ο Φέρμπερν δεν διαπίστωσε κάτι τέτοιο. Σε αντίθεση με όλες τις προσδοκίες, τα παιδιά με τα οποία μίλησε είχαν μόνο θετικά πράγματα να αναφέρουν για εκείνα τα γεγονότα που - σε σημαντικό βαθμό - κατέστρεψαν τη ζωή τους.
Ένας βίαιος πατέρας θα περιγραφόταν ως δυνατός και αποφασιστικός, μια ψυχρή και περιφρονητική μητέρα θα ερμηνευόταν ως ευγενική και έξυπνη. Και αντίστοιχα, ένα παιδί έριχνε στους ώμους του όλη την αρνητικότητα που θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ανήκε σε άλλους.
Είχε τιμωρηθεί γιατί ήταν κακό παιδί, γιατί ήταν σαφώς άτακτο, γιατί έφταιγε για τις ζημιές , έφταιγε που το χτυπούσε ο πατέρας του, έφταιγε που το περιφρονούσε η μητέρα του.
Αυτό που ο Φέρμπερν συμπέρανε οδυνηρά ήταν ότι το κακοποιημένο παιδί δεν έχει καμία επιλογή να σκεφτεί τον εαυτό του με αξιοπρεπείς όρους. Η αλήθεια του είναι κυριολεκτικά αφόρητη και πρέπει να διαστρεβλωθεί. Δεν θα μπορούσε να συνεχίσει να ζει, ως ανυπεράσπιστο παιδί, αν δεν αναλάμβανε πλήρως την ευθύνη για το κακό που του έτυχε.
Ετσι ο νους των παιδιών αλλοίωσε τα πραγματικά γεγονότα στο όνομα της ψυχικής επιβίωσης!
Και αυτή είναι η διεστραμμένη αλλά πολύ κατανοητή λογική που λειτουργεί στο μυαλό ενός κακοποιημένου παιδιού που δεν έχει άλλη επιλογή, δεν έχει άλλη εναλλακτική από το να αποδεχτεί την κατάσταση — μια εναλλακτική που είναι ικανή να του παρουσιαστεί ως επιλογή μεταξύ ζωής και θανάτου.
Δεν έχει δηλαδή άλλους γονείς να τρέξει το παιδί αυτό εκτός από τους κακοποιητικούς! Δεν έχει άλλη μητέρα ή πατέρα! Οι αμελείς και επιβλαβείς αυτοί άνθρωποι γύρω του είναι οι μόνες φιγούρες στις οποίες πρέπει να προσκολληθεί!
Ο Φέρμπερν αποκάλεσε περίφημα αυτόν τον ελιγμό του παιδικού μυαλού «ηθική άμυνα», μια προσπάθεια να απαλλάξει τον θύτη και να τιμωρήσει τον εαυτό του για τη δική του κακοποίηση.
Αυτός ο ελιγμός αποτελεί μια πηγή παρηγοριάς, καθώς καθησυχάζει το παιδί ότι έτσι διορθώνεται ο κακός του χαρακτήρας και του προσφέρει μια ψευδαίσθηση ελπίδας πως με αυτούς τους γονείς θα ικανοποιηθούν όλες οι ανεκπλήρωτες ανάγκες του και το πιο σημαντικό δε θα τον εγκαταλείψουν ποτέ.
Η ψυχαναλυτική θεραπεία με την ενσυναίσθηση του ψυχαναλυτή μπορεί να παρακινήσει τον ενήλικο που υπήρξε κακοποιημένο παιδί, να χαλαρώσει την «ηθική του άμυνα» και να πάψει να θεωρεί τους γονείς του τόσο καλούς και τον εαυτό του ως τόσο κακό. Θα μπορεί - μέσω της αγάπης και της καλοσύνης- να έρθει λίγο περισσότερο στο δικό του πλευρό και λίγο λιγότερο στο πλευρό των κακοποιών γονέων του - και έτσι να σώσει τη ζωή του.
Μερικές φορές, για να διώξουμε τους διαβόλους από μέσα μας, μπορεί να χρειαστούμε κάποια βοήθεια για να τους εντοπίσουμε.
Καλή σας ανάγνωση
Με εκτίμηση
Δημοσιεύτηκε στο PsychCenter